Τον συναντήσαμε απογευματάκι Παρασκευής στο κέντρο της πόλης. Προτίμησε η συνάντησή μας να πραγματοποιηθεί σε ένα ήσυχο καφέ, για να μπορέσουμε να συν - ζητήσουμε. Ήταν προφανές ότι του άρεσε η παρέα μας, το ίδιο σε μας και η δική του. Ήταν το φρέσκο αγέρι που φυσούσε στα τεφτέρια μας με τις ερωτήσεις αυτό που ξεσήκωσε τις απορίες κι εκείνος στάθηκε καλός καπετάνιος. Μία προς μία μας έδωσε τις απαντήσεις κρατώντας σταθερά το τιμόνι…
Ερ: Για ποιο λόγο αποφασίσατε να γίνετε δημοσιογράφος;
Απ: Ο βασικός λόγος είναι το ενδιαφέρον για τα κοινά και τα τεκταινόμενα στην κοινωνία, στη χώρα και στην τοπική κοινωνία εδώ στην περιοχή μας, αλλά και γενικότερα στην Ελλάδα. Όταν σε ενδιαφέρουν τα κοινά, έχεις το πρώτο ερέθισμα για να ασχοληθείς με τη δημοσιογραφία, γιατί η δημοσιογραφία το πρώτο και το κύριο πράγμα που κάνει είναι να μεταφέρει αυτά που συμβαίνουν στον πολύ κόσμο για να ενημερώνεται. Άρα πρέπει να έχεις ένα ενδιαφέρον γι’ αυτά που συμβαίνουν καταρχήν, για να μπορείς μετά να τα μεταδώσεις και να τα μεταφέρεις στους αναγνώστες ή στους τηλεθεατές σου.
Ερ: Μήπως κάποιο πρότυπο που είχατε από μικρός έπαιξε ρόλο στην απόφασή σας; Κι αν ναι, ποιο ήταν;
Απ: Πρότυπο συγκεκριμένο δημοσιογράφου δεν είχα, αν και κάποιους συναδέλφους μου, που τώρα μπορώ να τους πω έτσι, αρκετούς μάλλον, τους εκτιμούσα κι από τον καθένα τους έπαιρνα κάποια στοιχεία που μου άρεσαν και θεωρούσα ότι είναι αναγκαία, προκειμένου να κάνει κάποιος αυτή τη δουλειά. Πολλές φορές έβρισκα διαφορετικά στοιχεία στον καθένα, μερικές φορές και κοινά. Αλλά συγκεκριμένο πρότυπο που να εμπεριείχε όλα τα στοιχεία που ήθελα εγώ να βλέπω και να εκτιμώ, όχι.
Ερ: Έχω ακούσει στην τηλεόραση ότι πλέον λόγω του internet η δημοσιογραφία έχει αρχίσει να «πέφτει».
Απ: Η διάδοση του internet, του διαδικτύου, έχει συντελέσει στο να μειωθούν οι πωλήσεις των εφημερίδων. Τη δημοσιογραφία όμως ως άσκηση επαγγέλματος την έχει διευκολύνει, γιατί σε βοηθάει, είναι εργαλείο το internet προκειμένου να αντλείς πληροφορίες πολύ γρήγορα, με το λιγότερο δυνατό ψάξιμο τις περισσότερες πληροφορίες. Κάτι που παλιά θα χρειαζόσουν πολύ περισσότερο χρόνο και μερικές φορές δε μπορούσες καν να το πετύχεις ως δημοσιογράφος. Απλά υπάρχει μια κρίση στον έντυπο τύπο, γιατί έχουν μειωθεί οι πωλήσεις, επειδή ο κόσμος πλέον και από την τηλεόραση αλλά και από το διαδίκτυο, μπορεί να ενημερώνεται πολύ πιο γρήγορα γι’ αυτά που συμβαίνουν, ενώ στην εφημερίδα θα τα μάθει την επόμενη μέρα. Γι’ αυτό οι εφημερίδες εδώ και κάποια χρόνια, τα τελευταία χρόνια, έχουν δώσει πολύ βάρος στις αναλύσεις και στα άρθρα για να μπορέσουν να δώσουν πέρα από την είδηση, την ανάλυση της είδησης στον αναγνώστη, ώστε να έχει το κίνητρο να τις αγοράσει την επόμενη μέρα, που ήδη θα ξέρει μια μέρα πριν το γεγονός. Πολλοί δημοσιογράφοι άλλωστε, που είναι στην τηλεόραση, έχουν και τις ιστοσελίδες τους.
Ερ: Ποια προσόντα χρειάζεται για να γίνει και αργότερα να θεωρείται κάποιος καλός δημοσιογράφος;
Απ: Το πρώτο είναι να το θέλει αυτό που κάνει και μάλιστα πολύ. Γιατί έχει και πολλές δυσκολίες το επάγγελμα, με αποτέλεσμα, άμα δεν το αγαπάς, όπως συμβαίνει και σε όλα τα επαγγέλματα, κάποια στιγμή ενδέχεται να το εγκαταλείψεις ή να το βαρεθείς.
Το δεύτερο είναι να μπορεί ο δημοσιογράφος να έχει μια αντίληψη, ως άτομο, αυτών που συμβαίνουν γύρω του. Να μπορεί να αντιλαμβάνεται και να αποκωδικοποιεί μέσα του κάποια πράγματα που συμβαίνουν στον ευρύτερο κύκλο ή στον ακόμα πιο ευρύτερο, ώστε να είναι σε θέση να τα κατανοήσει πρώτα ο ίδιος πριν καθίσει να προσπαθήσει να τα μεταφέρει στο κοινό.
Και το τρίτο που θα πρέπει να έχει είναι να διέπεται από κάποιες αρχές και αξίες ώστε να μπορεί να διαμορφώνει μια στάση ζωής και μέσα από το επάγγελμα του εκτός από την προσωπική του ζωή και να αντιστέκεται και κάποιες φορές και στους πειρασμούς, που είναι αρκετοί και σ’ αυτό το επάγγελμα.
Ερ: Πειρασμούς, τι εννοείτε;
Απ: Πειρασμούς προκειμένου να πει διαφορετικά αυτό που ξέρει κι άκουσε από τις διάφορες παρεμβάσεις που μπορεί να γίνονται από διάφορες πλευρές είτε μέσα από το χώρο που εργάζεται είτε κι απ’ έξω προκειμένου να διαφοροποιήσει το γεγονός, την είδηση ή να το σχολιάσει διαφορετικά.
- Να μην είναι κατευθυνόμενος.
- Όχι μόνο κατευθυνόμενος ούτε καν επηρεαζόμενος έστω και λίγο.
Ερ: Από πού αντλείτε τις πληροφορίες σας και πώς ξέρετε πάντα ότι μια πηγή μπορεί να είναι έγκυρη;
Απ: Ο δημοσιογράφος μπορεί να μεταφέρει γεγονότα τα οποία έχουν συμβεί. Οπότε εκείνη την ώρα η πηγή της πληροφορίας είναι το ίδιο το γεγονός που πηγαίνει να καλύψει, μια εκδήλωση, μια συνέντευξη, ένα περιστατικό δραματικό. Επομένως πηγαίνει ο ίδιος, βλέπει, ακούει, κρατάει σημειώσεις και μετά γράφει το αντίστοιχο ρεπορτάζ.
Υπάρχει όμως κι ένα άλλο είδος ρεπορτάζ, το οποίο δε βασίζεται σε γεγονός το οποίο έχει συμβεί την προηγούμενη ή την αμέσως προηγούμενη, αλλά είναι το λεγόμενο, θα μπορούσαμε να πούμε, ρεπορτάζ πληροφοριών, που αντλεί πληροφορίες ο δημοσιογράφος από κάποιους ανθρώπους που γνωρίζει σε θέσεις κλειδιά και σε άλλα επαγγέλματα, κυρίως στην πολιτική, στον κλάδο της πολιτικής, στον πολιτικό χώρο, ώστε να μάθει κάποιες πληροφορίες. Θα ρωτήσει και κάποια άλλα πρόσωπα στον ίδιο χώρο το ίδιο πράγμα, για να το διασταυρώσει, να δει αν ισχύει και μετά μπορεί να γράψει ένα ρεπορτάζ, το οποίο θα αποτυπώνει πληροφορίες που δεν αντιστοιχούν πάντα στα γεγονότα. Πολλές φορές αντιστοιχούν σε κρίσεις, αντιστοιχούν σε σχόλια, αντιστοιχούν σε μια αίσθηση που υπάρχει για ένα συγκεκριμένο θέμα σε ένα συγκεκριμένο χώρο. Πώς αντιλαμβάνεται, πώς «οσφραίνεται» ο δημοσιογράφος αυτή την αίσθηση για να την αποτυπώσει στο χαρτί, γράφοντας βέβαια ότι είναι σύμφωνα με πληροφορίες και καμιά φορά σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, που μπορεί να το κάνει ο δημοσιογράφος αυτό.
Ερ: Χρειάζονται πολλές ώρες εργασίας για να ολοκληρώσετε ένα ρεπορτάζ, ένα άρθρο ή για την προετοιμασία μιας εκπομπής;
Απ: Η εκπομπή έχει προκαθορισμένο χρόνο. Ο χρόνος προετοιμασίας της όμως διαφέρει. Εξαρτάται από το θέμα της, ποιοι είναι καλεσμένοι. Η προετοιμασία μπορεί να είναι από μισή ώρα και μέχρι και μιάμιση ώρα για μια εκπομπή πριν να βγεις στον αέρα. Σε ότι αφορά τα υπόλοιπα μέσα, στον έντυπο τύπο, δηλαδή τις εφημερίδες, τα περιοδικά ή κυρίως σ’ αυτά τα οποία δεν είσαι στον αέρα και γράφεις, πάλι χρειάζεται μια προεργασία να μάθεις, να αντλήσεις πληροφορίες, και για την οποία επίσης διαφέρει ο χρόνος που θα χρειαστείς, ανάλογα με το θέμα που πραγματεύεται το ρεπορτάζ. Μπορεί μέσα σε μισή ώρα να έχεις βγάλει το θέμα που θέλεις και μπορεί να σου πάρει και μια ολόκληρη μέρα. Μπορεί άλλες φορές το θέμα να βγει μιλώντας με δυο ανθρώπους μόνο και μπορεί άλλες φορές να χρειάζεται να μιλήσεις με πέντε ή με έξι, τους οποίους δε μπορείς να τους βρεις την ώρα που εσύ θέλεις. Μπορεί κάποιος να μην απαντάει, μπορεί να σου πει «πάρε με σε δύο ώρες», οπότε ο χρόνος διαφοροποιείται, κυμαίνεται. Αλλά βοηθάει όταν έχει κάποιος πείρα, ειδικά στα γεγονότα που καλύπτονται εκείνη την ώρα κρατώντας σημειώσεις ή μαγνητοφωνώντας αυτό που συμβαίνει ή μαγνητοσκοπώντας αν είναι κανάλι. Μετά αν διαμορφώσει από πριν μέσα του ένα σκελετό για το πώς θα γράψει το ρεπορτάζ, ακόμα και την ώρα που συμβαίνει, ανάλογα με την πείρα που έχει, να του έρθει στο μυαλό του πώς θα ξεκινήσει, πώς θα συνεχίσει, τον βοηθάει αυτό μετά για να να το γράψει πιο γρήγορα. Δηλαδή η πείρα βοηθάει πολύ στην ταχύτητα. Όσα χρόνια περισσότερα εργάζεται κάποιος δημοσιογράφος τόσο αυτό τον βοηθάει περισσότερο μετά.
Ερ: Όταν πρωτοξεκινήσατε να δουλεύετε ήταν όπως το είχατε φανταστεί;
Απ: Αρκετά πράγματα ήταν, αλλά και αρκετά δεν ήταν. Γιατί είναι άλλο όπως το φαντάζεσαι στη θεωρία και είναι άλλο όταν πρέπει στην πράξη να το κάνεις, γιατί αντιμετωπίζεις δυσκολίες που έχουν να κάνουν και με το πόσες γνωριμίες έχεις. Κάποιος που ξεκινά από την αρχή και δεν έχει πολλές γνωριμίες, αντλεί πολύ πιο δύσκολα πληροφορίες. Άρα ψάχνει πολύ περισσότερο χρόνο. Συνεπώς για να βγάλει ένα θέμα μπορεί να χρειαστεί τον τετραπλάσιο χρόνο απ’ ότι θα χρειαστεί μετά, όταν θα έχει γνωριμίες. Θα ξέρει ποιους θα πάρει και πώς θα τους βρει. Επίσης το γράφει και πιο γρήγορα, αφότου τους βρει, με το σκελετό που σας είπα πριν. Μάλιστα οι δυσκολίες δεν είναι πάντα έτσι απλά πρακτικές π. χ. ότι δεν βρήκα κάποιον, μπορεί να υπάρχουν και δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις, να πρέπει κάτι που έμαθες να μη το γράψεις έτσι ακριβώς, γιατί κάποιος σε έχει δεσμεύσει να μην το πεις έτσι και με αυτή την προοπτική στο είπε, το γνωστό off the record, και πρέπει να το τηρήσεις προκειμένου να σου ξαναμιλήσει την επόμενη φορά ή πρέπει να το γράψεις χωρίς να πεις την πηγή σου, ανώνυμα, δηλαδή «σύμφωνα με πληροφορίες». Πολλές φορές, εκτός από τις πρακτικές δυσκολίες προκύπτει και ένα παιχνίδι ισορροπιών, θεμιτών και αθέμιτων, που πρέπει ο δημοσιογράφος να μάθει να τις τηρεί προκειμένου να μπορεί να διατηρηθεί η αρχή του έργου του στο διηνεκές.
Ερ: Ποιες δυσκολίες παρουσιάζει μια ζωντανή εκπομπή;
Απ: Η ζωντανή εκπομπή έχει τη δυσκολία ότι δεν έχει το περιθώριο του λάθους ή τουλάχιστον, αν γίνει αυτό, θα πρέπει να είναι μικρό και σύντομα να το αντιστρέψεις. Και γενικά η ζωντανή εκπομπή στην τηλεόραση αλλά και στο ραδιόφωνο, αλλά κυρίως στην τηλεόραση, όπου ο τηλεθεατής έχει και οπτική επαφή, σε αναγκάζει να είσαι συνεχώς σε εγρήγορση κι ό,τι κι αν σε απασχολεί πρέπει να το αφήνεις στην άκρη όταν την ξεκινάς και να αφοσιώνεσαι όση ώρα διαρκεί μόνο σε αυτό που κάνεις. Απαιτεί συνεχώς οι αισθήσεις σου να είναι σε εγρήγορση.
Επιπλέον μπορεί να γίνουν λάθη που δεν οφείλονται στον δημοσιογράφο π. χ. ένα τεχνικό πρόβλημα. Πρέπει να είναι έτοιμος, εάν συμβεί, να καλύψει το τεχνικό αυτό πρόβλημα με χρόνο ομιλίας ή με κάτι που θα πει προκειμένου να φανεί όσο γίνεται λιγότερο άσχημα στους τηλεθεατές, δηλαδή θα πρέπει να μπορεί να χειριστεί προβλήματα που θα προκύψουν και στα οποία δεν θα έχει καμία ευθύνη εκείνος, όσο καλά κι αν είχε προετοιμαστεί.
Ερ: Σε ποια περίπτωση θα σταματούσατε μια εκπομπή που είναι στον αέρα;
Απ: Σίγουρα ο πρώτος λόγος είναι, αν κάποιος από τους καλεσμένους μου ή κάποιος από αυτούς που κάνουν τηλεφωνική παρέμβαση, ξέφευγε από τα όρια της αξιοπρέπειας και ίσως είναι και ο μοναδικός λόγος που μπορεί να σταματήσει μια εκπομπή, γιατί είναι πολύ σπάνιο να σταματήσει μια εκπομπή στον αέρα. Οπότε μόνο αυτός είναι ο βασικός λόγος, αν ξεφύγει κάποιος και μάλιστα αρκετά από τα όρια. Γιατί, αν ξεφύγει λίγο από τα όρια, μπορείς να τον επαναφέρεις και να συνεχιστεί η εκπομπή ,εφόσον συνετιστεί. Γενικότερα το να σταματήσει μια εκπομπή στον αέρα κ γίνεται σπανιότατα και είναι κάτι που ο δημοσιογράφος προσπαθεί να αποφύγει.
Ερ: Ο χώρος και το περιβάλλον εργασίας σας είναι ευχάριστα ή αγχωτικά;
Απ: Το περιβάλλον εργασίας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Εκτός από το χώρο που είσαι, χωροταξικά δηλαδή τι αίσθηση σου δημιουργεί, ευχάριστη ή όχι, το κτίριο, τα μηχανήματα αν σε διευκολύνουν κτλ., σημαντικό ρόλο παίζουν και οι σχέσεις με τους συναδέλφους αλλά και οι σχέσεις με τον εργοδότη. όλοι αυτοί οι παράγοντες, ο καθένας μόνος του είναι ικανός να σε κάνει να αισθάνεσαι καλά ή να σε κάνει να αισθάνεσαι άσχημα. Αν όλοι, λίγο ή πολύ, αλλά πάνω από ένα μέσο όρο, συντελούν στο να αισθάνεσαι όμορφα, τότε μπορείς να πεις ότι έχεις καλές συνθήκες εργασίας. Αλλά πολλές φορές δε συμβαίνει ακριβώς αυτό. Οι διαπροσωπικές σχέσεις, ειδικά οι επαγγελματικές, είναι δύσκολες. Υπάρχει πολύ μεγάλος ανταγωνισμός. Επίσης και η σχέση με τον εργοδότη, όπως καταλαβαίνετε, είναι δύσκολη αρκετές φορές είτε για οικονομικούς είτε για άλλους λόγους.
Ερ: Πώς είναι η δουλειά ενός δημοσιογράφου σε περίοδο κρίσης;
Απ: Πολύ καλή ερώτηση. Όπως και οι υπόλοιπες βέβαια. Ο δημοσιογράφος σε περίοδο κρίσης είναι ακόμα πιο ευάλωτος, όπως και όλοι οι εργαζόμενοι. Πρώτα λόγω του οικονομικού θέματος, γιατί κι εκείνος δέχεται μειώσεις μισθών και δυσκολεύεται στο να τα βγάλει πέρα. Κάποιοι, που ενδεχομένως να μην έχουνε τόσο καλές αντιστάσεις, μπορεί να γίνουν ακόμα πιο ευάλωτοι στους πειρασμούς που λέγαμε πριν. Αλλά από την άλλη ο ευσυνείδητος δημοσιογράφος αισθάνεται πολύ μεγαλύτερη ευθύνη, γιατί πρέπει να μπορεί να αποτυπώνει τη δυσκολία των πραγμάτων με ακόμα μεγαλύτερη σαφήνεια και να ενημερώνει τον κόσμο όσο μπορεί καλύτερα, ώστε να μπορεί να εκπληρώνει και το λειτούργημα το οποίο κάνει και το οποίο σε καιρούς κρίσης απαιτεί ακόμα περισσότερα προσόντα και εγρήγορση.
Ερ: Τι σας αρέσει περισσότερο στο επάγγελμά σας;
Απ: Αυτό που αρέσει προσωπικά σε μένα, αλλά και στους υπόλοιπους συναδέλφους, είναι ότι ασχολείσαι με θέματα τα οποία αφορούν πάρα πολύ κόσμο. Γνωρίζεις πολλούς ανθρώπους, έρχεσαι σε επαφή με πολλούς ανθρώπους και γενικά δεν πλήττεις. Αυτό είναι ένα προσόν του επαγγέλματος. Υπάρχουν και κάποια μειονεκτήματα.. Δεν είναι μια διαδικαστική δουλειά μέσα σε ένα γραφείο χωρίς να βγαίνεις από το χώρο αυτό και χωρίς να σε ενδιαφέρουν άλλοι παράγοντες. Είναι μια δουλειά ζωντανή που έχει και αστάθμητους παράγοντες, και που κατά τη διάρκειά της μπορεί να αλλάξουν τα δεδομένα από στιγμή σε στιγμή. Αυτό από τη μια είναι το ρίσκο και το άγχος, να μπορείς να ανταποκριθείς, αλλά και από την άλλη το επάγγελμα του δημοσιογράφου είναι ένας ζωντανός οργανισμός, ο οποίος πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοιος, ευμετάβλητος και ανοιχτός και στα θετικά απρόοπτα και στα αρνητικά απρόοπτα.
Ερ: Θα προτείνατε στη νέα γενιά να ακολουθήσει τον κλάδο της δημοσιογραφίας;
Απ: Εφόσον το αγαπούν πολύ αυτό και είναι διατεθειμένοι να κάνουν και κάποιες θυσίες, ναι θα τους προέτρεπα. Αλλά συμβουλεύοντας τους να είναι πολύ προσεκτικοί σε όλες τις επιλογές που θα κάνουν είτε αυτές αφορούν το μέσο που θα εργαστούν είτε αφορούν τις οικονομικές τους διαπραγματεύσεις. Ακόμα και την πόλη στην οποία θα είναι διατεθειμένοι να ζήσουν, γιατί το δημοσιογραφικό επάγγελμα είναι τέτοιο, που κάποιες ή αρκετές μάλλον φορές, αν θέλεις να ανέβεις σκαλοπάτια, μπορεί να χρειαστεί να πας πιο κοντά στα κέντρα εξουσίας, για παράδειγμα Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Όχι ότι δε μπορεί κάποιος δημοσιογράφος να ασχοληθεί στο μέρος του, στην επαρχία ή στην περιφέρεια με τη δημοσιογραφία, να το κάνει για όλη του τη ζωή και να καταξιωθεί. Κι εκεί γίνεται. Εξαρτάται τι θέλει ο καθένας από τον εαυτό του και από τη ζωή του.
Ερ: Σε τι έχετε γίνει πιο πλούσιος εξαιτίας του επαγγέλματός σας;
Απ: Σε εμπειρίες και σε γνωριμίες με ανθρώπους. Και στον τρόπο που αντιλαμβάνομαι και αποκωδικοποιώ πολλά πράγματα. Κι αυτά που είναι κοινά και αφορούν πολλούς κι ακόμα και αυτά που αφορούν προσωπικά τον εαυτό μου. Γιατί γνωρίζεις ανθρώπους και στις καλές στιγμές, αλλά και στις δύσκολες και όπως είπα και πριν, επειδή πρέπει να κρατάς και κάποιες ισορροπίες, όλη αυτή η διαδικασία σε κάνει να εμπλουτίζεις τον τρόπο που σκέφτεσαι και για να γίνεις καλύτερος και για να μπορείς να επιβιώσεις σε έναν τόσο δύσκολο χώρο.
Ερ: Η δουλειά σας σας αρέσει ή απλά είναι μια επιλογή επιβίωσης;
Απ: Μου αρέσει, γιατί για να την κάνω, είχα αφήσει πριν από χρόνια μια άλλη δουλειά με περισσότερα χρήματα.
Ερ: Ποια είναι η φράση που εκπροσωπεί την κοσμοθεωρία σας;
Απ: Μια φράση που θα μπορούσε να συμπυκνώσει την κοσμοθεωρία, τη δική μου τουλάχιστον, είναι: να προσπαθείς να βλέπεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων χωρίς αυτό να σε κάνει όμως ουτοπιστή.
Ερ: Ποια θεωρείτε ότι πρέπει να είναι τα όπλα μας απέναντι στην κρίση;
Απ: Τα όπλα μας ως άτομα ή ως χώρα;
Ερ: Ως άτομα. Καινούρια όπλα.
Απ: Το πρώτο όπλο μας στην κρίση θα πρέπει να είναι, η αφύπνιση. Να αρχίσουμε να ενδιαφερόμαστε γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, όχι μόνο στο στενό προσωπικό μας κύκλο ούτε μόνο στα θέματα που συμπαθούμε και μας ενδιαφέρει να ασχολούμαστε. Πρέπει να έχουμε γενικότερο ενδιαφέρον και για την πολιτική, η οποία σήμερα είναι κατατρεγμένη και κατασυκοφαντημένη, πολλές φορές και δίκαια λόγω των προσώπων που την πραγματώνουν. Άρα το πρώτο είναι το ενδιαφέρον. Και το δεύτερο είναι ότι η κρίση απαιτεί τις πληροφορίες που παίρνεις να μπορείς να τις επεξεργάζεσαι κάτω από ένα άλλο φιλοσοφικό πρίσμα που μέχρι τώρα ο καθένας είχε για τη ζωή του. Δηλαδή και περισσότερη ενημέρωση πρέπει να έχουμε ως πολίτες στην κρίση, να ενδιαφερόμαστε για τα κοινά, αλλά τις πληροφορίες που παίρνουμε πρέπει να τις επεξεργαζόμαστε και υπό άλλο πρίσμα απ’ ότι μέχρι τώρα ή με κάποια τροποποίηση ενδεχομένως της διαδικασίας με την ο καθένας σκεφτόταν. Καμιά φορά χρειάζεται και ριζική αλλαγή στον τρόπο σκέψης. Άλλοτε χρειάζεται απλώς βελτίωση. Σημαντικό επίσης είναι να μην κινδυνολογούμε, να μην αφήνουμε ούτε στον εαυτό μας να αναπτύσσεται ένα αίσθημα πανικού, αλλά ούτε και να εφησυχάζουμε, να υποτιμούμε την κρίση ότι είναι μια μικρή μπόρα, η οποία θα περάσει. Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές χωρίς αυτό να μας κάνει απαισιόδοξους.
Ερ: Ποια συμβουλή θα δίνατε στα παιδιά της ηλικίας μας;
Απ: Να μπορέσουν να συνδυάσουν δύο πράγματα, τα οποία είναι δύσκολα στη συγκυρία της νεαρής ηλικίας. Το πρώτο είναι να ευχαριστηθούν, να ζήσουν την ηλικία τους, γιατί αυτά τα χρόνια δε θα ξαναρθούν. Αλλά αυτό να μη γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να θυσιάσουν το μέλλον τους, ιδίως σε ό,τι αφορά την εκπαίδευσή τους και τις μετέπειτα σπουδές τους.
Ερ: Υπήρξε ποτέ κάποιο γεγονός ίσως που έπρεπε να καλύψετε, αλλά δε μπορέσατε γιατί ήσασταν συναισθηματικά φορτισμένος ή για κάποιους λόγους ήταν πολύ δύσκολο;
Απ: Ναι, αρκετές φορές συμβαίνει αυτό. Αλλά πρέπει μέσα στη δουλειά σου, όπως κι άλλα επαγγέλματα έχουν ανάλογες απαιτήσεις, ακόμα κι όταν δεν είναι να βγεις στον αέρα, στο ραδιόφωνο ή την τηλεόραση, να μπορέσεις να συγκεντρωθείς προκειμένου να καλύψεις το γεγονός χωρίς την όποια συναισθηματική φόρτιση που θα σε επηρεάσει στο πως θα το αντιληφθείς και στο πως θα το αποκωδικοποιήσεις. Αυτή η ευθύνη είναι ακόμα μεγαλύτερη όταν βγαίνεις στον αέρα, στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση. Εκεί, πρέπει σα να γυρνάς ένα διακόπτη, να ξεχνάς τα προβλήματα που σε απασχολούν προσωπικά, που σε φορτίζουν. Ο τρόπος που θα το κάνεις πρέπει επίσης να μην είναι συναισθηματικά φορτισμένος, σε βαθμό που θα σε εμποδίσει να είσαι αντικειμενικός και θα σε οδηγήσει στο να μεροληπτείς. Γιατί κάποιες φορές θα πρέπει να μεταδώσεις και ειδήσεις ή σχολιασμούς άλλων με τους οποίους εσύ προσωπικά διαφωνείς. Αλλά αυτό θα πει δημοκρατία, αυτό θα πει δεοντολογία. Να μεταφέρω χωρίς συναισθηματική φόρτιση, χωρίς να προκαταβάλω αρνητικά αυτόν που θα με ακούσει, επειδή προσωπικά με αυτό που θα του πω και θα του μεταφέρω ως δημοσιογράφος δε συμφωνώ, είτε πρόκειται για το γεγονός αυτό καθαυτό είτε δε συμπαθώ τον πρωταγωνιστή του συγκεκριμένου γεγονότος.
Ερ: Τι είναι αυτό που σας κάνει να θυμώνετε πάρα πολύ;
Απ: Πολλά με κάνουν να θυμώνω, αλλά…(γέλια). Το πρώτο ο ατομισμός, ο οποίος έχει κυριαρχήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας και γενικότερα βέβαια. Δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Ο ατομισμός και σε ό,τι αφορά τις προσωπικές μας σχέσεις, αλλά και σε ό,τι αφορά την ιδιότητά μας ως πολίτες αυτής της χώρας. Έχει επικρατήσει η νοοτροπία, κι ακόμα νομίζω ότι δεν έχει ξεριζωθεί, αλλά μπορεί να έχει λίγο βελτιωθεί, «εμείς να είμαστε καλά, να μπορέσουμε να πετύχουμε ό,τι θέλουμε, με όποιον τρόπο να είναι, θεμιτά ή αθέμιτα» και η συνήθεια να μην έχουμε την αίσθηση ότι είμαστε μια κοινωνία, που άρα εξαρτώμαστε και αλληλεπιδρούμε με το διπλανό αλλά κι ότι είμαστε μια χώρα, ένα έθνος, που σημαίνει ότι είμαστε στο ίδιο καράβι. Αυτή η απενοχοποίηση στο να κάνει κάποιος πράγματα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου και προς όφελος μόνο ατομικό με την κοντόφθαλμη λογική ότι «έτσι είναι η ζωή, τι να κάνουμε; Έτσι είναι το παιχνίδι της ζωής», με θυμώνει πολύ. Γιατί είναι και μία από τις αιτίες που φτάσαμε εδώ σήμερα. Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική ούτε πρώτα οικονομική. Είναι κρίση νοοτροπίας, αρχών και αξιών.
Και το δεύτερο είναι η αχαριστία. Αυτό κυρίως στις προσωπικές σχέσεις.
Ερ: Μπορούμε να είμαστε ακόμα υπερήφανοι ως Έλληνες και γιατί; Υπάρχει κάποιος λόγος για να είμαστε ακόμα υπερήφανοι;
Απ: Υπάρχουν πολλοί λόγοι να είμαστε υπερήφανοι που είμαστε Έλληνες. Γιατί πολλοί κάνουν το λάθος να θεωρούν ότι ντρέπονται που είναι Έλληνες, όχι μόνο για την κατάσταση που έχουμε φτάσει σήμερα, αλλά και για παλαιότερα πριν την κρίση. Επειδή είχαμε κάποιες δικές μας αδυναμίες ως κράτος και ως νεοελληνική κοινωνία. Το κράτος ήταν αδύναμο σε ό,τι αφορά τους μηχανισμούς του που είναι ανεπαρκείς στη δημόσια διοίκηση, αλλά και η νεοελληνική κοινωνία είχε ως αχίλλειο πτέρνα τον φιλοτομαρισμό. Ως προς αυτό έχω να απαντήσω ότι δε φταίει ούτε ο Μέγας Αλέξανδρος, ούτε ο Αριστοτέλης, ούτε ο Σωκράτης, ούτε ο Καραϊσκάκης, ούτε ο Κολοκοτρώνης, ούτε ο Νικηταράς για τα λάθη των τελευταίων τριάντα χρόνων, αλλά εμείς ως κοινωνία με πρώτη την ευθύνη βέβαια να ανήκει στους πολιτικούς, αλλά όχι μόνο. Κι ο κόσμος έχει ευθύνη. (Το ότι) φτάσαμε εδώ που φτάσαμε δε σπιλώνει ούτε την ελληνική ιστορία, την πολύ ένδοξη και τον πολύ μεγάλο ελληνικό πολιτισμό ούτε μας εμποδίζει κάποιο γονιδιακό ελάττωμα στους Έλληνες να βελτιωθούμε. Ίσα ίσα έχουμε πολλά πλεονεκτήματα ως λαός και ως έθνος. Απλά τα τελευταία τριάντα χρόνια πολλοί επένδυσαν στα ελαττώματα αυτού του λαού. Άλλοι για να κάνουν καριέρα πολιτική και να συνεχίσουν να υπάρχουν κι άλλοι για να μπορούν στην καθημερινότητά τους να προσπορίζονται μόνο το ίδιον όφελος, χωρίς να τους ενδιαφέρει το κοινό συμφέρον. Φυσικά και πρέπει να είμαστε υπερήφανοι ως Έλληνες. Άλλωστε μας το λένε και οι ξένοι αυτό τον καιρό. Εκτός από τις ταπεινώσεις που έχουμε δεχθεί από πολιτικούς, ο απλός ο κόσμος, οι ξένοι πολίτες, θεωρούν ότι ο Έλληνας έχει πολλά πλεονεκτήματα και μπορεί να ανταπεξέλθει. Και θα κλείσω με μια φράση που διάβασα προχθές στο διαδίκτυο και ανήκει ανάμεσα σε πολλές άλλες που ακούγονται αυτό τον καιρό στο πλαίσιο των διαδηλώσεων, που έχουν γίνει σε πολλές πόλεις του κόσμου: «Η Ελλάδα είναι φως. Ακόμα κι αν δεν το βλέπεις, ξέρεις ότι είναι εκεί». Κι αυτό ειπώθηκε από χείλη ξένου. Εάν εμείς δεν το καταλαβαίνουμε πρώτοι σε σχέση με τους ξένους για να είμαστε περήφανοι και να χρησιμοποιήσουμε τα προτερήματά μας για να περάσουμε αυτή την κρίση, τότε τι να πω;